Άφιδνα, Αττική (1894)

2020-07-27


Ο αρχαίος χώρος της Άφιδνας βρίσκεται ανατολικά της Κοσμοθέας στη βορειοανατολική Αττική, κοντά στην πεδιάδα του Μαραθώνα. Μια Κλασική οχύρωση βρίσκεται στο λόφο Κοτρώνι, ενώ ο χείμαρρος Χάραδρος βρίσκεται ακριβώς κάτω και στα νοτιοδυτικά με έναν τύμβο της Μέσης Εποχής του Χαλκού στη νότια πλευρά. Ένας δεύτερος χείμαρρος, ο Βαρνάβας, ρέει περίπου 1,5 χλμ. ανατολικά. Στα τέλη του 19ου αιώνα και τα δύο ποτάμια εξέβαλαν στη λίμνη του Μαραθώνα, περίπου 2,5 χλμ. μακριά. Σήμερα, το τοπίο έχει αλλάξει ριζικά καθώς ένα φράγμα έχει αυξήσει το μέγεθος της λίμνης που απλώνεται σχεδόν έως το λόφο Κοτρώνι.

Εικ. 2: Ο λόφος Κοτρώνι.

Εικ. 2: Ο λόφος Κοτρώνι.

Σουηδικές ανασκαφικές εργασίες

Η πρώτη σουηδική εργασία πεδίου στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο του 1894, όταν οι αρχαιολόγοι Sam Wide και Lennart Kjellberg ανέσκαψαν στην Καλαύρεια. Ολοκληρώνοντας εκεί τις ανασκαφικές τους εργασίες, επέστρεψαν στην Αθήνα όπου ο Kjellberg άρχισε να εργάζεται με τη δημοσίευση. Ο Wide, από την άλλη πλευρά, ήταν πρόθυμος να συνεχίσει τις εργασίες πεδίου και, ως εκ τούτου, επισκέφτηκε τον χώρο της Άφιδνας μαζί με τον Γερμανό αρχαιολόγο Heinrich Bulle. Στην περιοχή βρήκαν μυκηναϊκά θραύσματα καθώς και τρεις τάφους και έναν τύμβο. Ο Wide υπέθεσε ότι επρόκειτο για τη θέση ενός μυκηναϊκού φρουρίου και θολωτών τάφων. Αφού του δόθηκε γρήγορα η άδεια από το ελληνικό κράτος να εξερευνήσει τους τάφους, ο Wide ανέσκαψε τους τύμβους στα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Μια μακρά τάφρος από ανατολικά προς δυτικά αποκάλυψε 13 τάφους, μερικοί από αυτούς ασυνήθιστα πλούσιοι, παρόλο που το νότιο τμήμα του τύμβου είχε διαταραχθεί με μόνο τα χαμηλότερα στρώματα να παραμένουν άθικτα. Τα αποτελέσματα των ανασκαφών δημοσιεύθηκαν μόνο από τον Wide.

Ευρήματα

Ο τύμβος που ανασκάφηκε από τον Wide στην Άφιδνα είχε διάμετρο περίπου 24 μ. και περιβαλλόταν από πέτρινο κύκλο από άκρη σε άκρη με οβάλ πέτρες 25-30 εκ. σε μήκος. Συμβατικά το ανάχωμα χρονολογείται στη Μέση Εποχή του Χαλκού (2000–1600 π.Χ.), αλλά η Jeannette Forsén έχει προτείνει ότι μπορεί να έχει κατασκευαστεί ήδη κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού II (περ. 2700–2200 π.Χ.). Αυτή η θεωρία βασίζεται στις ομοιότητες της κατασκευής με τον τύμβο της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού II που βρέθηκε στην κορυφή της παλαιότερης Οικίας των Κεράμων στη Λέρνα. Μερικά ευρήματα εντός του τύμβου της Άφιδνας, όπως το στόμιο ενός ζωομορφικού πήλινου ρυτού, είναι επίσης πιθανό να χρονολογούνται στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.

Εικ. 3: Ο τύμβος στις Αφίδνες (Wide 1896, pl. XIII).

Εικ. 3: Ο τύμβος στην Άφιδνα (Wide 1896, pl. XIII).

Οι τάφοι στον τύμβο ανήκαν σε τρεις κατηγορίες: λακκοειδείς τάφοι, συχνά καλυμμένοι με πέτρινες πλάκες, ταφικοί πίθοι, δηλαδή ταφές όπου ένα μεγάλο δοχείο αποθήκευσης χρησιμοποιήθηκε ως δοχείο για τους νεκρούς, και κιβωτιόσχημοι τάφοι, οι πλευρές των οποίων κατασκευάστηκαν από πέτρινες πλάκες. Από τους 13 τάφους, πέντε ανήκουν στον τύπο του λακκοειδή τάφου (nos. I, V, X, XII και XIII), δύο ήταν κιβωτιόσχημοι τάφοι (nos. II και XI) και έξι ήταν ταφικοί πίθοι (nos. III, IV , VI, VII, VIII και IX). Σε όλες τις περιπτώσεις εκτός από μια, οι τάφοι περιείχαν μία μοναδική ταφή, με εξαίρεση τον Τάφο V όπου βρέθηκαν τρία κρανία καθώς και άλλα ανθρώπινα οστά.

Οι Τάφοι Ι και ΙΙΙ ήταν οι πιο αξιοσημείωτοι. Ο Τάφος Ι, ένας λακκοειδής τάφος, βρέθηκε ανέπαφος. Αποτελούνταν από ένα όρυγμα βάθους περ. 1 μ., καλυμμένο από πλάκα διαστάσεων 1,90 × 1,50 μ. Πάνω από το όρυγμα βρισκόταν ένας μικρότερος θάλαμος διαστάσεων 1,50 × 0,90 μ. με βάθος 0,50 μ., καλυμμένος από μικρότερες πλάκες η μια πάνω στην άλλη. Στο όρυγμα βρέθηκαν διασκορπισμένα άκαυτα κατάλοιπα ενός ενταφιασμού, καθώς και τρία χάλκινα δαχτυλίδια, θραύσματα από ασημένια και χάλκινα αγγεία, έξι σφοντύλια και έναν μεγάλο αριθμό χαντρών διαφόρων υλικών και σχημάτων. Η κεραμική αποτελούνταν από διάφορα αγγεία γκρίζου ρυθμού. Με βάση την παρουσία σφοντυλιών, υποστηρίχθηκε ότι ο νεκρός ήταν πιθανότατα γυναίκα.

Εικ. 4: Τάφος Ι στις Αφίδνες (Wide 1896, pl. XIII).

Εικ. 4: Τάφος Ι στην Άφιδνα (Wide 1896, pl. XIII).

Ο Τάφος ΙΙΙ, ένας ταφικός πίθος, ήταν μακράν ο πλουσιότερος που βρέθηκε κατά τις ανασκαφές. Στηριγμένο οριζόντια σε ένα μείγμα ασβεστόλιθου και καμένου ξύλου, το αγγείο που σχημάτιζε τον τάφο είχε μήκος 1,75 μ. και διάμετρο 1 μ. στο φαρδύτερο σημείο, με το άνοιγμα να κλείνει με έναν μεγάλο ασβεστόλιθο. Το κεφάλι του νεκρού βρέθηκε κάτω από τη βάση του αγγείου μαζί με μεγάλη ποσότητα τέφρας. Είναι ενδιαφέρον ότι το αγγείο είχε επισκευαστεί με ιμάντες μολύβδου, γεγονός που υποδηλώνει ότι είχε χρησιμοποιηθεί προηγουμένως για άλλους σκοπούς. Μαζί με το κρανίο του νεκρού, ο τάφος περιείχε έναν μεγάλο αριθμό κτερισμάτων. Κοντά στο κρανίο βρέθηκαν έξι χρυσά δαχτυλίδια, τρία από τα οποία κάποτε είχαν σχηματίσει μια αλυσίδα, καθώς και ένα από ασήμι. Είναι πιθανό η κοντή αλυσίδα να χρησιμοποιήθηκε ως σκουλαρίκι ή στέκα για τα μαλλιά. Βρέθηκε επίσης ένα ευρύ φάσμα κεραμικών αγγείων, τα περισσότερα από τα οποία περιγράφονται ως γκρίζα κεραμική, συμπεριλαμβανομένων ενός σύνθετου αγγείου, μιας πυξίδας με βάση, ενός μπολ και δύο φλιτζανιών γκρίζας κεραμικής με γυαλισμένη επιφάνεια.

Οι κιβωτιόσχημοι τάφοι ήταν λιγότερο καλά διατηρημένοι. Τα μόνα ευρήματα στον Τάφο ΙΙ, βάθους 1,00 μ. και διαστάσεων 2,20×1,30 μ., ήταν δύο αντικείμενα από οψιδιανό, ένα μαχαίρι και ένα βέλος. Η παρουσία αυτού του ηφαιστειακού υλικού υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι που ζούσαν γύρω από την Άφιδνα κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού συμμετείχαν στο εμπόριο μεγάλων αποστάσεων που υπήρχε εκείνη την περίοδο, καθώς ο οψιδιανός προφανώς προερχόταν από το νησί της Μήλου. Ο Τάφος XI κατασκευάστηκε ομοίως από μεγάλες πέτρινες πλάκες, μήκους 1,50 μ. και πλάτους 1,20 μ., και περιείχε μόνο το κεφάλι του νεκρού και ένα αγγείο γκρίζας κεραμικής.

Τέσσερις από τους τάφους (nos. II, IV, VIII και XII) είχαν διαταραχθεί πριν την ανασκαφή, αν και παρέμειναν κάποια ευρήματα. Για παράδειγμα, στον ταφικό πίθο στον Τάφο IV βρέθηκε το κρανίο του νεκρού μαζί με ένα κεραμικό δοχείο και ένα σφοντύλι.

Λίγα είναι γνωστά για την ιστορία της Άφιδνας μετά τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Κατά τους μετέπειτα Kλασικούς χρόνους η περιοχή έγινε ένας από τους Αθηναϊκούς δήμους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χτίστηκε το σημαντικό φρούριο στην ακρόπολη του Κοτρωνίου για να προστατεύσει τα βόρεια σύνορα της Αττικής.

Βιβλιογραφία

Berg, I. 2016. Kalaureia 1894. A cultural history of the first Swedish excavation in Greece (Stockholm Studies in Archaoelogy, 69), Stockholm.

Forsén, J. 2010. ‘Aphidna in Attica – revisited’, in Mesohelladika. La Grèce continentale au Bronze Moyen (Bulletin de Correspondence Hellenique, Suppl. 52), eds. A. Philippa-Touchais, G. Touchais, S. Voutsaki & J. Wright, Paris-Athènes, 2010, 223–234.

Hielte-Stavropoulo & M. Wedde 2002. ‘Sam Wide’s excavation at Aphidna - stratigraphy and finds’, in Peloponnesian sanctuaries and cults. Proceedings of the ninth international symposium at the Swedish Institute at Athens, 11–13 June 1994 (ActAth-8°, 48), ed. R. Hägg, Stockholm, 21–24.

Wide, S. 1896. ‘Aphida in Nordattika’, AM 21, 1896, 385–409.

Εικ. 1: Χάρτης της Άφιδνας (Βασικός χάρτης: δορυφορική εικόνα του Google maps).


Εκτύπωση στις: 2024-10-04
Από την ιστοσελίδα: Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών
https://www.sia.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=368&export=html